- συνεξιδρῶσαι
- συνεξιδρόωsweat out togetheraor inf act
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συνεξιδρώ — όω, Α [ἐξιδρῶ] εξέρχομαι μαζί με τον ιδρώτα («διατὶ τὰ πολλὰ τῶν μύρων συνεξιδρῶσαι δυσώδη;», Αριστοτ.) … Dictionary of Greek